Από το 2009, με την έλευση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, το Ελληνικό Κράτος εμφανίζει σημαντική αδυναμία στην αντιμετώπιση των ολοένα αυξανόμενων οικονομικών και κοινωνικών θεμάτων που προκύπτουν ως απόρροια της κρίσης. Σε αυτή την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, η Κοινωνική Οικονομία εμφανίζεται ως μια εναλλακτική πρόταση με νέες νόρμες, νόμους, αρχές, αξίες, εργαλεία και προσεγγίσεις προάγοντας την ανοικοδόμηση της κοινωνίας και της οικονομίας με στόχο το συλλογικό όφελος.
Στην παρούσα εργασία γίνεται προσπάθεια διερεύνησης των δυνατοτήτων που προσφέρει η Κοινωνική Οικονομία σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης με κοινό στόχο την παραγωγή θετικού κοινωνικού αντικτύπου για τους ανθρώπους και το περιβάλλον. Μέσω της μελέτης περίπτωσης του προγράμματος Πόλη² του Δήμου Αθηναίων, που πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 2018 – 2019 γίνεται κατανοητό το πώς η εισαγωγή για πρώτη φορά ενός συμμετοχικού τρόπου διακυβέρνησης εμπνευσμένου από τις αρχές της Κοινωνικής Οικονομίας, μπορεί να αποφέρει άμεσες και αποτελεσματικές λύσεις σε ζητήματα που αποτελούν πρόβλημα για την πόλη και τους κατοίκους της.
Γίνεται επίσης φανερό μέσα από συγκεκριμένα παραδείγματα, το πώς προβάλλοντας και στηρίζοντας επιχειρήσεις κοινωνικού χαρακτήρα, δημιουργείται άμεσο όφελος για πολλές διαφορετικές ευάλωτες και ειδικές κοινωνικές ομάδες και επομένως παράγεται θετικός κοινωνικός αντίκτυπος συνολικότερα.
Επιπλέον, βλέποντας το θέμα από πλευράς Δήμων η ωφέλεια είναι πολλαπλή καθώς πέραν της κοινωνικής, υπάρχει και οικονομικό όφελος όπως επίσης και το όφελος της ευκολότερης αποδοχής των διαφόρων δραστηριοτήτων από τη κοινωνία. Το οικονομικό όφελος προκύπτει επίσης πολύπλευρα τόσο από την ενεργή συμμετοχή των πολιτών όσο και από τις αυξημένες πιθανότητες επιτυχίας ενός προγράμματος.